τριέλιξ

τριέλιξ
τρι-έλιξ, ῐκος, ,
A triple wreath, Chaerem.7 (dub.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • τριέλιξ — ικος, ή Α αυτή που έχει τυλιχθεί τρεις φορές. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + ἕλιξ, ἡ, «έλικας» (πρβλ. τετρα έλιξ)] …   Dictionary of Greek

  • έλικας — ο και έλικα, η (ΑΜ ἕλιξ, η Α και εἷλιξ, η) 1. σπειροειδής, κουλουριαστή γραμμή 2. κόσμημα σε σχήμα έλικα, βραχιόλι, δαχτυλίδι, σκουλαρίκι 3. το σχήμα με τις συστροφές τού όστρακου τού κοχλία 4. οι συστροφές τών εντέρων 5. νηματοειδές τμήμα τού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”